Το ποιος ευθύνεται για το έγκλημα των Τεμπών θα κριθεί ποινικά από τη δικαιοσύνη, πειθαρχικά από τη διοίκηση και πολιτικά από εμάς τους πολίτες. Όποιος βιάζεται να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα πιθανότατα θα πέσει θύμα της υπερπληροφόρησης από κανάλια, κόμματα και αρμόδιους φορείς. Όχι ότι η υπερπληροφόρηση αυθύπαρκτα θεωρείται κακή, κάθε άλλο είναι αναγκαία για να εξετάσουμε το ζήτημα από άκρη σε άκρη. Ωστόσο όταν η δικαιολογημένη άγνοια για την κατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου στην Ελλάδα συναντά ξαφνικά έναν απίστευτα μεγάλο όγκο πληροφοριών σε μία περίοδο έντονης συναισθηματικής φόρτισης, το να καταλήξεις με σιγουριά για το ποιος φταίει και σε ποιο βαθμό είναι σαν να προσπαθείς να βρεις τι πράγματι δεν χρειάζεσαι όταν μπαίνεις πεινασμένος μέσα σε ένα σουπερμάρκετ. Και επειδή εδώ δεν μιλάμε για ψώνια, αλλά για ανθρώπινες ζωές που χάθηκαν, η σύνεση στις λέξεις και στις πράξεις πρέπει να είναι όσο πιο αυστηρή γίνεται. Κάτι που μάλλον ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν κατανόησε επαρκώς αρχικά και διόρθωσε σε μεταγενέστερο χρόνο. Κάτι που δεν έχουν αντιληφθεί ακόμα πολλά κυβερνητικά στελέχη που συνηθίζουν να μιλούν πολύ, να κάνουν κακό στην κυβέρνηση και κυρίως να προσβάλλουν με το ύφος τους τα κοντινά πρόσωπα των θυμάτων και όσους επέζησαν από την τραγωδία.
Η συγγνώμη πάντα είναι απαραίτητη, όχι όμως επαρκής. Για την ακρίβεια επαρκής θα ήταν μόνο η σωστή πολιτική που θα διασφάλιζε ότι δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί ένα τέτοιο φρικτό δυστύχημα. Όλα τα υπόλοιπα είναι υποχρεώσεις ευθιξίας και εντιμότητας. Συνήθως τιμούν και αυτόν που αναλαμβάνει την ευθύνη και αποχωρεί. Γι’ αυτό δεν κατανοώ και την επιμονή του κυρίου Καραμανλή να κατέβει υποψήφιος. Κακό στον εαυτό του προκαλεί. Η παραίτηση του και η στρατηγική εξαφάνισης που επέλεξε τον έβγαλαν από το βασικό επικοινωνιακό κάδρο των ευθυνών όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις. Δεν θα χάσει και κάτι να μην κατέβει για βουλευτής. Αντίθετα μάλλον πιθανότερο είναι να κερδίσει. Άλλωστε ο κόσμος ξεχνάει. Όχι βέβαια όσοι επέβαιναν στο τρένο. Καλώς η κακώς όμως εμείς οι υπόλοιποι, οι περισσότεροι έστω, σε πέντε-δέκα χρόνια δεν θα θυμόμαστε καν ποιος ήταν υπουργός όταν συνέβη το δυστύχημα. Και σίγουρα αν ο υπουργός αυτός εκπλήρωσε όλες τις ηθικές του υποχρεώσεις μετά το συμβάν, ακόμα αι να θυμόμαστε ποιος ήταν, μάλλον θα τον έχουμε συγχωρέσει ή για να το θέσω καλύτερα, θα έχει απαλυνθεί η κακή άποψη που σχηματίσαμε για εκείνον. Ας ακολουθήσει λοιπόν τη συμβουλή που του έδωσε εμμέσως ο κύριος Ρουσόπουλος. Ας λάβει την πιο σωστή και συνάμα ωφέλιμη απόφαση.
Τα λάθη του παρελθόντος πληρώνονται ακόμα και όταν πιστεύεις πως ξέφυγες από τις συνέπειες τους. Γιατί τα λάθη μένουν στην σκέψη των πολιτών χωρίς πάντα να επηρεάζουν καθοριστικά την κρίση τους, αφήνοντας ωστόσο ψήγματα αμφισβήτησης στη σκέψη τους. Οι παράνομες υποκλοπές, τα περιστατικά διαφθοράς, η αυταρέσκεια, τα μεγάλα λόγια, τα επικοινωνιακά λάθη δεν κοστίζουν όσο δεν προσβάλλεις υπέρμετρα την τσέπη αλλά και την ηθική των πολιτών σε ζητήματα που συνυφαίνονται με την ανθρώπινη ζωή και την ασφάλεια. Όταν όμως έρθει η στιγμή που ένα προδιαγεγραμμένο έγκλημα συμβεί και τυχαίνει να είσαι εσύ στη βάρδια, είτε φταις είτε όχι, θα την πληρώσεις. Γιατί; Γιατί έχεις προκαλέσει στο παρελθόν. Γιατί ο κόσμος ξαφνικά γιγαντώνει – και καλώς κάνει- τις στιγμές που παραβίασες κάποιες σημαντικές βασικές αξίες. Ναι, ο πολίτης μπορεί να σκεφτόταν την περίοδο που οι υποκλοπές ήταν στο προσκήνιο, ότι αυτά τα κάνουν όλοι και πως έτσι είναι η Ελλάδα. Ναι, ο πολίτης θα είπε « ο τάδε έφαγε δημόσιο χρήμα, αλλά και ποιος δεν έχει φάει σε αυτό τον τόπο. Άσε που τώρα με ΝΔ διορίστηκα και στο δημόσιο». Όταν ωστόσο έρχεται η στιγμή που ο πολίτης βάζει στη θέση των πρώτων βαγονιών ενός μοιραίου τρένου τον εαυτό του και σκέφτεται ότι θα μπορούσε και εκείνος τώρα να είναι νεκρός ή παράλυτος, η συζήτηση αλλάζει. Ο πολίτης οργίζεται και αντιδρά. Και δικαίως. Εξ ου και η πτώση των ποσοστών της ΝΔ και η μετατόπιση των ψηφοφόρων σε αντισυστημικά κόμματα όπως το ΜΕΡΑ25, η ελληνική λύση, οι Έλληνες ΓΤΠ και η χρυσή αυγή.
Θα αντέξει όμως αυτή η οργή μέχρι τις εκλογές; Εξαρτάται. Εξαρτάται από το αν η κυβέρνηση κληθεί να απολογηθεί και για άλλες κρίσεις που θα προκύψουν, από το πότε θα γίνουν οι εκλογές, από την τακτική της αντιπολίτευσης κοκ. Επίσης ένα πολύ σημαντικό ερώτημα είναι το που θα κατευθυνθεί η οργή αυτή στις πρώτες και στις δεύτερες εκλογές. Εάν απαγορευτεί το κόμμα Έλληνες απομένει ένα 4% ,σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, που είτε θα πάει σε άλλα κόμματα είτε δεν θα ψηφίσει. Βλέποντας τα ποσοστά των κομμάτων πάντως καθώς και την ιδιοσυγκρασία αυτών και των πολιτών, δεν θα πρέπει να μας εκπλήξει ένα ντέρμπι μεταξύ ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει κόμμα που δύναται να εκπροσωπήσει αντισυστημικούς ψηφοφόρους, κάτι που άλλωστε φαίνεται ανάγλυφα από το ποσοστό του ως εναλλακτική επιλογή των ψηφοφόρων Κασιδιάρη. Μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ διαχρονικά υποεκπροσωπείται στις δημοσκοπήσεις. Λαμβάνοντας υπόψιν τον συνδυασμό υποεκπροσώπισης και αντισυστημικότητας, θα ήταν ανεύθυνο εκ μέρους μας να αποκλείσουμε μια πιθανή πολιτική αλλαγή. Ωστόσο υπάρχουν κάποια δεδομένα που οφείλουμε να εξετάσουμε με προσοχή. Οι δημοσκοπήσεις βρίσκονται σε στενή χρονική σχέση με την τραγωδία των Τεμπών, οι πολίτες επιρρίπτουν ευθύνες κυρίως σε σύσσωμο το πολιτικό σύστημα ενώ η κρίση δεν έχει τα χαρακτηριστικά διάρκειας που είχε στο παρελθόν πχ η εποχή των μνημονίων, αλλά αντιθέτως πηγάζει από ένα και μόνο συμβάν που ναι μεν έχει προκαλέσει πραγματικά απέραντο πόνο, θλίψη και οργή, διαφαίνεται εμπειρικά παρ όλα αυτά πως τα αρνητικά συναισθήματα που μόλις περιγράψαμε θα παραμείνουν εκεί μόνο για όσους έζησαν άμεσα την τραγωδία. Δεν υπάρχουν προς το παρόν δηλαδή οι συνθήκες ποιοτικής και ποσοτικής διεύρυνσης της κρίσης, γεγονός σίγουρα ελαφρυντικό για τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς από εδώ και στο εξής. Κάθε πρόβλεψη πλέον είναι ριψοκίνδυνη και κάθε μέρα που περνά μπορεί να κρύβει έναν άσσο στο μανίκι για κάποιους και μία παταγώδη αποτυχία για κάποιους άλλους. Οψόμεθα.
Όταν φταίνε πάντα οι άλλοι ή σκέψεις σχετικά με την ενδοσκόπηση