Την προηγούμενη φορά σου είχα γράψει για τις παράξενες μέρες παράξενες μέρες (οι οποίες ελπίζουμε να αποδειχθούν θαυμάσιες). Τώρα θα σου μιλήσω για κάτι που αυτές βλέπω να συμπεριλαμβάνουν. Ίσως αφορμή για το παρόν κείμενο να υπήρξε το ζήτημακατάργησης των καλλιτεχνικών από το Γενικό Λύκειο. Ίσως και οι τόσες τσιτάτες ομιλίες που έτυχε να δω αυτό το διάστημα. Σε όλα πάντως κάτι δεν μου κάθεται καλά.
Για μια ακόμη φορά, και προτού ξεκινήσω να αραδιάζω λέξεις που ελπίζω να καταλήγουν σε ολοκληρωμένα νοήματα, θα διευκρινίσω πως πρόκειται για προσωπική άποψη και βίωμα. Και τώρα που ικανοποίησα την πολιτική ορθότητα μέσα μου (θα μιλήσουμε και για αυτή κάποια άλλη στιγμή), έχω να σου πω τα εξής.
Σε έναν κόσμο που πεισματικά προσπαθεί να σε πείσει ότι έχεις την ευκαιρία να γίνεις ένα πράγμα και σε αυτό οφείλεις να είσαι ο καλύτερος, εγώ θα σου πω να γίνεις όσα στο διάβολο πράγματα θες και να προσπαθείς για την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου.
Και ναι μόλις σου απάντησα σε ένα cliché με ένα άλλο cliché. Είναι πολύ πιθανό σε κάποια φάση της ζωής σου να ένιωσες πως έχεις την “υποχρέωση” να αποδώσεις στον εαυτό σου μια ιδιότητα, μια ταυτότητα του ποιος είσαι και τι κάνεις σε αυτόν τον πλανήτη. Το οξύμωρο είναι πως αυτό δε συμβαίνει από την αρχή της ζωής μας. Θυμάσαι τότε που στο Δημοτικό έκανες ένα σωρό διαφορετικές δραστηριότητες, έχοντας το περιθώριο να καταπιαστείς σχεδόν με ό,τι θες; Μη σου πω ότι οριακά επιβαλλόταν κιόλας, φτάνοντας οι γονείς να ακουμπάνε τα όρια της ψύχωσης και του ανταγωνισμού με το πόσα πράγματα κάνει το παιδί τους. Όσο όμως η ηλικία αυξάνεται, αντιστρόφως ανάλογα μειώνονται τα ενδιαφέροντα. Έρχεται η στιγμή που οι δραστηριότητες κατηγοριοποιούνται ποιοτικά, με εσένα να καλείσαι να επικεντρωθείς σε μία κατεύθυνση, ένα στόχο και σχεδόν μια επιλογή (ένιωσες και εσύ την ανατριχίλα των Πανελληνίων;).
Βλέπουμε και ακούμε συνεχώς “πετυχημένους” ανθρώπους να μας λένε πως ήξεραν εξαρχής τι ήθελαν να κάνουν, ότι επικεντρώθηκαν σε αυτό και έτσι το πέτυχαν. Δεν ακούμε όμως σχεδόν κανέναν να μιλάει για τις στιγμές που ένιωθε πιο χαμένος από ποτέ, χωρίς καν κάποια “βάρκα” για ελπίδα. Ή για τις φορές που θέλεις να γίνεις τόσα πράγματα ταυτόχρονα που ξαφνικά αδρανοποιείσαι. Όλοι έχουμε γράψει θέμα έκθεσηςσχετικό με την εξειδίκευση και πόσα μπορείς να πετύχεις με αυτή. Κανείς όμως δεν ερωτήθηκε για τη σπουδαιότητα να είσαι κάτι περισσότερο από ένας και μόνο ρόλος. Πέφτουμε θύματα ενός πλασματικού μοντέλου ευ-/επιτυχίας, εντός του οποίου οτιδήποτε λιγότερο από το καλύτερο είναι κακό και εσύ ανεπαρκής. Ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ερώτηση “Τι θέλω να κάνω στη ζωή μου;” και νιώθουμε τόσο πνιγμένοι, που χάνουμε την όρεξη να δοκιμάσουμε κάτι που παρεκκλίνει από την αυστηρά σχεδιασμένη πορεία που έχουμε χαράξει εμείς (ή ακόμη χειρότερα κάποιος άλλος για εμάς). Κάπως έτσι, λοιπόν, μένουμε κολλημένοι σε πτυχία και δοκιμασμένες καριέρες, με τα “μεγαλεπήβολα” όνειρα να παραμένουν αμπαρωμένα και βουτηγμένα στην επιθυμία για ρίσκο και αλλαγή.
Όπως και τότε έτσι και τώρα δεν έχω κάποιον οδηγό με βήματα να σου δώσω. Πιθανότατα δεν έλαβες κάποια συγκλονιστική απάντηση από το παρόν κείμενο. Μου αρκεί απλώς αν ένιωσες λιγότερο πνιγμένος. Κλείνοντας θα σου αφήσω κάπου εδώ, μια συνέντευξη που έδωσε η Πέγκυ Αντωνάκου στην οποία έλεγε μεταξύ άλλων:
Αναλογιστείτε ότι το 70% των επαγγελμάτων των επόμενων δεκαετιών δεν έχει ακόμη δημιουργηθεί. Και αυτό δημιουργεί προβληματισμό για τα παιδιά που μεγαλώνουν τώρα, καθώς δεν γνωρίζουν με τι θα ασχοληθούν μελλοντικά. Το μοντέλο «σπουδάζω – εργάζομαι – συνταξιοδοτούμαι» έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του, ιδιαίτερα ενώ αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής. Θα πρέπει συνεχώς να γίνεσαι μέτοχος της διά βίου μάθησης και να επενδύεις σε αυτή τη στάση ζωής. Λένε ότι οι «αναλφάβητοι του μέλλοντος» θα είναι εκείνοι που δεν θα μπορούν να «ξεμάθουν» όσα έχουν ήδη μάθει, για να εκπαιδευτούν στα νέα δεδομένα.
Όταν φταίνε πάντα οι άλλοι ή σκέψεις σχετικά με την ενδοσκόπηση