Δώδεκα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της Marfin, επί της οδού Σταδίου, και τη δολοφονική επίθεση που άγνωστοι εξαπέλυσαν κατά των υπαλλήλων της. Τραγικός απολογισμός, 3 νεκροί εργαζόμενοι της τράπεζας: η Αγγελική Παπαθανασοπούλου (4 μηνών έγκυος), 32 ετών, η Παρασκευή Ζούλια, 35 ετών, και ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης, 36 ετών.
Η μαύρη ημέρα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας είχε κηρυχθεί ως ημέρα γενικής απεργίας, εν όψει της ψήφισης του πρώτου μνημονίου στην ελληνική Βουλή, αλλά και με αφορμή τα όσα είχαν προηγηθεί και απασχολούσαν το δημόσιο διάλογο στη χώρα σε σχέση με την οικονομική κρίση και τα μέτρα λιτότητας που η Ελλάδα θα έπρεπε να υιοθετήσει. Η πορεία που είχε οργανωθεί είχε στόχο να φτάσει στην ελληνική Βουλή, περνώντας πρώτα από την οδό Σταδίου, και έπειτα από το Σύνταγμα.
Το σκηνικό ωστόσο ήταν πολεμικό από νωρίς, με εστίες φωτιάς να καίνε σε όλη την Αθήνα. Μία μικρή ομάδα ατόμων, που σύμφωνα με μαρτυρίες αποτελείτο από 3 ή 4 άτομα, κατευθύνθηκε προς το υποκατάστημα της Marfin. Οι δράστες έσπασαν την τζαμαρία του υποκαταστήματος, πέταξαν βόμβες μολότοφ και εύφλεκτα υλικά στο εσωτερικό του, με αποτέλεσμα η φωτιά να ξεσπάσει αμέσως, εκλύοντας τοξικά αέρια και αναθυμιάσεις. Η Αγγελική, η Παρασκευή και ο Επαμεινώνδας εγκλωβίστηκαν. Δεν πρόλαβαν να ακολουθήσουν τους σχεδόν 30 συναδέλφους τους που επίσης βρίσκονταν στο κτήριο και κατάφεραν να ξεφύγουν. Κάποιους τους απεγκλώβισε η πυροσβεστική, ενώ κάποιοι άλλοι είχαν καταφέρει να περάσουν σε διπλανό κτήριο.
Οι δραματικές στιγμές εξελίχθηκαν, ενώ κάποιοι ομοϊδεάτες των δολοφόνων προσπαθούσαν να παρεμποδίσουν την πυροσβεστική να προσεγγίσει το σημείο. Η τυφλή βία και το κοινωνικό μίσος ήταν το μόνο τους σύνθημα. Καμία αγανάκτηση και κανένα αυστηρό οικονομικό μέτρο δεν όπλισε το χέρι τους. Ήθελαν να σκοτώσουν και το έκαναν. Φώναζαν “κάψτε τους”, δεν σταμάτησαν τη φωτιά, συνέχιζαν να πετάνε μολότοφ. Και σήμερα δε βρίσκονται στη φυλακή, αλλά κυκλοφορούν ελεύθεροι, ίσως ανάμεσά μας στην πόλη, ίσως κάπου πολύ μακριά. Παρά τις περιγραφές και τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων, παρά το οπτικοακουστικό υλικό που αναλύθηκε από την ΕΛΑΣ, τα στοιχεία δεν ήταν αρκετά. Το 2021 ωστόσο, και ενώ ο φάκελος της Marfin είχε κλείσει, η υπόθεση άνοιξε ξανά, με καινούρια στοιχεία να φτάνουν στα χέρια της ΕΛΑΣ, και την ελπίδα πως οι δολοφόνοι θα εντοπιστούν και επιτέλους θα τιμωρηθούν παραδειγματικά.
Και παρά το αποτρόπαιο έγκλημα, παρά τη στυγνή δολοφονία αθώων που έτυχε να δουλεύουν σε τράπεζα (χώρο δηλαδή που στην αρχή της κρίσης είχε μετατραπεί σε σύμβολο μίσους από εκείνους που με τη ρητορική και τις θέσεις τους υπέθαλπαν το κοινωνικό μίσος καλλιεργώντας κλίμα αγνάκτησης), ακόμη και σήμερα η τραγωδία της Marfin αποτελεί πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης.
Το 2020, ο Δήμος Αθηναίων πραγματοποίησε τελετή για τα θύματα της τραγωδίας, αποκαλύπτοντας μνημείο στην οδό Σταδίου, έξω από το κτήριο του πρώην υποκαταστήματος. Το πολιτικό παρών έδωσαν ο Δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, και η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά, ως τότε Πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ. Η τελετή που πραγματοποιήθηκε παρουσία των οικογενειών των θυμάτων, με αφορμή τη δεκαετή μαύρη επέτειο, αποτέλεσε ευκαιρία μικροπολιτικής διαμάχης. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, επέλεξε να είναι απών από την τελετή-φόρο τιμής στα θύματα, όπως και ο ΓΓ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας. Δυστυχώς, το μήνυμα της ημέρας δε βρήκε, για ακόμη μία φορά, σύσσωμο τον πολιτικό κόσμο, γεγονός στο οποίο στάθηκε η κα. Σακελλαροπούλου στο μήνυμά της, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι:
Η τιμή της μνήμης πολιτών που έπεσαν θύματα μίσους και ιδεολογικής βίας δεν μπορεί να αποτελεί πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης και διχασμού. Αντιθέτως, πρέπει να μας βρίσκει όλους ενωμένους.
Παράλληλα, τα τελευταία δύο χρόνια το μνημείο έχει βανδαλιστεί κατ’ επανάληψη. Η είδηση του βανδαλισμού του δεν είναι μόνο θλιβερή, αλλά και ειλικρινά ανησυχητική. Μπορεί η περίοδος των χρόνων της οικονομικής κρίσης να έχει παρέλθει, αλλά δυστυχώς εκείνοι που θέλουν, θα συνεχίσουν να βρίσκουν πεδία διαμάχης.
Κόντρα στο ζόφο, αξίζει να επαναληφθεί το μήνυμα του Κώστα Μπακογιάννη από εκείνη την ημέρα του 2020: η συγγνώμη του στους συγγενείς των θυμάτων που αυτό το μνημείο δεν είχε δημιουργηθεί νωρίτερα, αλλά και τα όσα είπε στη συνέχεια. Από έναν άνθρωπο που έχει ζήσει το τυφλό μίσος όπως πολλοί λίγοι, ειπώθηκαν τα εξής:
Διερμηνεύοντας τα συναισθήματα όλων των Αθηναίων, θέλω να σας ζητήσω μια πάρα πολύ μεγάλη συγγνώμη, γιατί αυτό που κάνουμε τώρα, το ελάχιστο, έπρεπε να το είχαμε κάνει πριν από πάρα πολλά χρόνια. Και να σας ζητήσω μια μεγάλη συγγνώμη, γιατί δεν έχουν δικαιωθεί. Οι δολοφόνοι τους, τί ντροπή, κυκλοφορούν ακόμη ελεύθεροι. Το μήνυμα σήμερα είναι ηχηρό, ενάντια στο μίσος και τη βία, από όπου κι αν προέρχεται. Το μήνυμα είναι “ποτέ ξανά”.
Η Ρωσία στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου