Δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία για την σοβαρότητα της κατάστασης που ζούμε τους τελευταίους μήνες. Η κρίση του κορωνοϊού εξαπλώνεται καθημερινά σε όλο και περισσότερες χώρες, αλλάζοντας ριζικά τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Υπολογίζεται δε πως αυτή τη στιγμή σχεδόν 1δις βρίσκεται σε καραντίνα ενώ έχουν καταγραφεί σχεδόν 350.000 κρούσματα σε όλη την υφήλιο. Μία μετά την άλλη οι κυβερνήσεις εξαγγέλουν αυστηρά μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας των πολιτών προκειμένου να ανακόψουν τη διασπορά του ιού και να μπορέσει να γίνει ελάττωση της στατιστικής καμπύλης (flatten the curve). Τα εθνικά συστήματα υγείας ωθούνται στα άκρα και οι επιστήμονες βρίσκονται σε αγώνα δρόμου για εύρεση φαρμάκου και εμβολίου.
Οι επιπτώσεις των αναγκαίων κυβερνητικών μέτρων για την αντιμετώπιση του ιού προβλέπονται καταστροφικές για την παγκόσμια οικονομία. Πως όμως φτάσαμε από τις υπαίθριες αγορές της Κίνας στην κατάρρευση του χρηματιστηρίου και της ζωής όπως την ξέραμε σε όλο τον πλανήτη στην απαγόρευση της κυκλοφορίας;
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η πανδημία είναι ήδη το πρώτο θέμα στις εθνικιστικές αφηγήσεις. Κάθε μέρα έρχονται στο φως περιστατικά ρατσιστικής βίας προς Ασιάτες, με τον πλανητάρχη Donald Trump να ρίχνει συνεχώς λάδι στη φωτιά, αναφερόμενος στον ιό ως «ιός της Κίνας».
Πολλοί έχουν ήδη αρχίσει να τονίζουν πως στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για μια παγκόσμια κρίση, αλλά, για μια κρίση της παγκοσμιοποίησης που θα αλλάξει ριζικά την παγκόσμια κοινότητα και τον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων.
H παγκοσμιοποίηση έχει όντως δημιουργήσει ένα πολύπλοκο σύστημα αλληλεξάρτησης. Πολλές εταιρείες βασίζονται πλέον στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, δημιουργώντας ένα μπερδεμένο δίκτυο αναπαραγωγής. Έτσι, τα επιμέρους στοιχεία ενός προϊόντος μπορεί να κατασκευάζονται σε διαφορετικές χώρες κάνοντας την υποκατάσταση τους δύσκολη, ειδικά για συγκεκριμένους τομείς προϊόντων και υπηρεσιών. Για παράδειγμα, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη είναι αντιμέτωποι με το πρόβλημα της έλλειψης μικρών ηλεκτρονικών ειδών, λόγω της αναστολής παραγωγής ενός κατασκευαστή στην Ιταλία. Καθώς λοιπόν η παραγωγή έχει γίνει παγκόσμια, οι χώρες έγιναν περισσότερο αλληλοεξαρτώμενες, εφόσον καμιά δεν μπορεί να παράξει όλα τα αγαθά που χρειάζεται η οικονομία της.
Η πανδημία του COVID-19 έχει ξεκινήσει να φανερώνει την ευθραυστότητα αυτού του συστήματος. Τομείς των οποίων η παραγωγή κατανέμεται σε πολλές χώρες ίσως αντιμετωπίσουν μικρότερο πρόβλημα σε σχέση με αυτούς που στηρίζονται σε έναν μόνο προμηθευτή.
Ο κορονοϊός όμως έχει ήδη επιφέρει σημαντικό οικονομικό κόστος σε πολλούς τομείς, με αμέτρητες επιχειρήσεις να περιορίζουν τις υπηρεσίες τους ή ακόμα και αναστέλλουν προσωρινά τη λειτουργία τους. Ως αποτέλεσμα, αρκετοί εργαζόμενοι χάνουν τους μισθούς τους και επιχειρήσεις αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις πάγιες υποχρεώσεις τους.
Από την άλλη δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός πως σε αντίθετη περίπτωση, όπου οι χώρες θα βασιζόντουσαν αποκλειστικά και μόνο στην εγχώρια παραγωγή και δεν θα υφίστατο διακρατική συνεργασία, η κατάσταση δεν θα ήταν τώρα το λιγότερο χαοτική. Οι προμήθειες θα ήταν περιορισμένες, η παραγωγή δεν θα έφτανε για να καλυφθούν εγκαίρως όλες οι ανάγκες και η βοήθεια από άλλα κράτη και θεσμούς θα ήταν μάλλον μηδενική εφόσον η κάθε χώρα θα εστίαζε στο να λύσει καταρχήν τα προβλήματα στο εσωτερικό της.Έτσι, το κάθε κράτος, θα έπρεπε να αντιμετωπίσει αυτό τον θανατηφόρο «εχθρό» βασιζόμενο αποκλειστικά και μόνο στα δικά του λιγοστά όπλα.
Η πανδημία του COVID-19 αποτελεί σίγουρα ένα τεράστιο stress test για την παγκοσμιοποίηση. Την ίδια στιγμή όμως που ακούγονται οι φωνές αμφισβήτησης , βλέπουμε παράλληλα να ενισχύεται καθημερινά το αίσθημα του συνανήκειν, του κοινού στόχου. Κάτι το οποίο μας φαινόταν ιδιαίτερα μικρό, όπως ένας ιός, μας βοήθησε να συνειδητοποιήσουμε πως δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε μια τέτοια απειλή μόνοι μας. Η συνεργασία, η αλληλεγγύη και η ενότητα σε αυτές τις στιγμές είναι απαραίτητες και μέσα από αυτές γκρεμίζονται και οι όποιες φωνές φυλετικής διάκρισης και απομόνωσης λαών.
Όταν φταίνε πάντα οι άλλοι ή σκέψεις σχετικά με την ενδοσκόπηση