Στην προσπάθεια που από κοινού πραγματοποιούν οι επιστήμονες, η πολιτική ηγεσία και οι ο καθένας από εμάς τους Πολίτες ξεχωριστά, για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού στη χώρα μας, βασικό είναι το να αντιληφθούμε πως ο εχθρός είναι κοινός. Και το κατά πόσο αυτή η προσπάθεια θα στεφθεί τελικώς με επιτυχία, σε συνέχεια της έως τώρα καλής μας πορείας, εξαρτάται από την κοινωνική ωριμότητα που θα επιδείξουμε όλοι μας.
Η πανδημία του COVID-19 έχει αποκαλύψει με έναν τρόπο παράδοξο για το σύγχρονο δυτικό άνθρωπο, το πόσο καταδικασμένη είναι να αποτύχει μία κοινωνία που δε σέβεται, που δεν πράττει το καθήκον της απέναντι στον άνθρωπο και που απορρίπτει βασικές αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος. Και η αλήθεια είναι, πως όσο κι αν πιστεύω πως τουλάχιστον η δική μας κοινωνία έχει γερά δημοκρατικά θεμέλια, υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα διαχρονικά χαρακτηριστικά της, αλλά και πολλές από τις σύγχρονες αξίες που ως νέοι έχουμε υιοθετήσει – αυτή η ελαφρότητα και η ευθιξία ίσως περισσότερο από όλα – που τα έκαναν να τρίζουν. Η ψευδαίσθηση που είχαμε πως τίποτα δεν μπορεί να μας αγγίξει έχει πλέον διαλυθεί, σα χάρτινος πύργος.
Στην περίοδο της καραντίνας παρ’ όλ’ αυτά, νιώθω πως όλοι επιστρατεύσαμε τα χαρακτηριστικά εκείνα που πραγματικά διαθέτουμε σα λαός, και που είναι κρίμα που καμιά φορά τα ξεχνάμε: το ότι αγαπάμε τον άνθρωπο, το ότι σεβόμαστε την επιστήμη, το ότι αντιλαμβανόμαστε την ευθύνη μας, σε κοινωνικό και ατομικό επίπεδο.
Θεωρώντας, λοιπόν, δεδομένη την επιστημονική προσπάθεια που καταβάλλεται, αλλά και το ότι το σχέδιο της Πολιτείας διαμορφώνεται με βάση αυτήν, εξακολουθεί να παραμένει ουσιαστικά στο χέρι μας η έκβαση της κατάστασης. Το εάν το σχέδιο της Πολιτείας, και κατ’ επέκταση η επιστήμη, θα υλοποιηθεί, εξαρτάται από το τί εμείς θα πράξουμε. Όπως και με καθετί στην κοινωνία μας, γίνεται για εμάς και από εμάς, τους Πολίτες.
Ακριβώς με αυτήν τη σκέψη στο μυαλό, δεν μπορώ να καταλάβω το λόγο για τον οποίο όσοι πολιτικά οικειοποιούνται την ιδέα πως η κοινωνία μας βασίζεται στους Πολίτες – οι οποίοι είναι και οι μόνοι που μπορούν να επιφέρουν ουσιαστική αλλαγή – αποποιούνται σήμερα την ατομική τους ευθύνη, την οποία και αντιλαμβάνονται ως μία έννοια αρνητική, ως κάτι που τους “φόρτωσε” μια “κακιά”, “τιμωρός” κυβέρνηση. Σα να θεωρούν πως η Δημοκρατία δε βασίζεται πραγματικά στο άτομο, όπως ανοιχτά υποστηρίζουν, αλλά σε κάποιον άλλον που το καθορίζει. Γιατί λοιπόν, κάποιοι νιώθουν πως συλλογικά μπορούμε να επιδοθούμε σε “κοινωνικούς αγώνες” οι οποίοι βασίζονται στην προσπάθεια του καθενός, αλλά όταν έρχεται η ώρα να αναλάβει το άτομο την ευθύνη του απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, πρέπει να την αρνηθεί;
Το σύστημα των δύο μέτρων και των δύο σταθμών εξυπηρετεί πολιτικούς και καθαρά ιδεολογικούς, στη συγκεκριμένη περίπτωση, σκοπούς. Και αυτό, εις βάρος της κοινωνίας. Πώς γίνεται κάποιοι να υποστηρίζουν πως όταν πρέπει να τηρήσουμε κανόνες και να σεβαστούμε το συνάνθρωπό μας, το “κακό κράτος” “μετακυλίει” μία δική του ευθύνη σε εμάς – ακυρώνοντας έτσι τη συνεισφορά του ατόμου στο σύνολο; Όταν πρόκειται για μία θέση ιδεολογικά αντίθετη, τότε είναι αποδεκτό να καλούν το άτομο για συμμετοχή σε έναν “συλλογικό αγώνα”; Υπάρχει ιδεολογικός συλλογικός αγώνας στον οποίο τα άτομα μπορούν να συμβάλλουν, αλλά δεν υπάρχει ουσιαστική και πραγματικά κοινωνική συλλογική προσπάθεια όταν πρέπει να τηρήσουμε κανόνες;
Όταν φταίνε πάντα οι άλλοι ή σκέψεις σχετικά με την ενδοσκόπηση