του Δημήτρη Τζανιδάκη
Όταν το 2016, ο τότε πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Ντέιβιντ Κάμερον, πιστός στην προεκλογική του δέσμευση, προκήρυξε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την παραμονή ή την αποχώρηση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τίποτα δεν προμήνυε όσα θα επακολουθούσαν. Έξι χρόνια μετά, έχοντας μεσολαβήσει η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ, η πανδημία αλλά και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η άλλοτε κραταιά οικονομική και πολιτική δύναμη βρίσκεται σε περιδίνηση, διανύοντας μια περίοδο παρατεταμένης αβεβαιότητας. Για να κατανοήσει κανείς το μέγεθος της αστάθειας που επικρατεί στο πολιτικό σύστημα της Μεγάλης Βρετανίας, αρκεί να αναλογιστεί πως σε τέσσερις μήνες η χώρα έχει αλλάξει δύο μονάρχες, τρεις πρωθυπουργούς, τέσσερις υπουργούς οικονομικών και δεκάδες υπουργούς και υφυπουργούς. H παρούσα κρίση, αποτελεί, άραγε, σημείο των καιρών ή συνιστά μια εμπεδωμένη νέα πραγματικότητα για το Ηνωμένο Βασίλειο;
Aν και κανένα βρετανικό κόμμα δεν το παραδέχεται ανοιχτά, ο ελέφαντας στο δωμάτιο της αγγλικής πολιτικής είναι το Brexit. Όλα τα αποτελέσματα του ξεδιπλώνονται σιγά-σιγά, εκθέτοντας όσους διατείνονταν πως ενδεχόμενη έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση θα ενισχύσει οικονομικά και θα αναβαθμίσει γεωπολιτικά τη χώρα. Φυσικά, ούτε αυτοί που ευαγγελίζονταν πως την επομένη του Brexit η Αγγλία θα καταστραφεί πλήρως, επιβεβαιώθηκαν. Το σημερινό τοπίο, όμως, των πολυσύνθετων κρίσεων, της μεταβολής των γεωπολιτικών συσχετισμών και της περιρρέουσας ανασφάλειας, αποκάλυψε κάτι βαθύτερο: πως μια ισχυρή και ανθεκτική οικονομική δύναμη, μπορεί άνετα να καταστεί ευάλωτη και εύθραυστη και πως ένα ακλόνητο και στιβαρό πολιτικό σύστημα μπορεί εύκολα να καταρρεύσει και να θρυμματιστεί.
Θα είχε αποτραπεί ο τωρινός κυκεώνας αν επικρατούσε το Bremain; Η έξοδος της Βρετανίας από την Ευρώπη, δίχως αμφιβολία, ανέδειξε τις παθογένειες της πρώτης. Λειτουργώντας ως πολλαπλασιαστής και επιταχυντής της κρίσης, αποδιοργάνωσε την οικονομία της, υποδαυλίζοντας τη δημοσιονομική βιωσιμότητα και δημιουργώντας χρηματοπιστωτική αστάθεια. Σε συνδυασμό με το δυσμενές πλέγμα της υπάρχουσας διεθνούς συγκυρίας, το Brexit συνέβαλε στη διεύρυνση των ανισοτήτων και στην αύξηση του κινδύνου φτωχοποίησης των πολιτών.
Ταυτόχρονα, οι ψευδαισθήσεις που καλλιεργήθηκαν στη βρετανική κοινή γνώμη ότι το Βrexit θα έδινε ξανά στη χώρα πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεθνή σκηνή και θα την καθιστούσε πολύ πιο ισχυρή από όσο ήταν ως μέλος της ΕΕ, αποπροσανατόλισαν την κοινή γνώμη, μεγεθύνοντας την πολιτική κρίση. A posteriori πολλά μπορούν να ειπωθούν, το μόνο βέβαιο, ωστόσο, είναι πως ο διεθνής διασυρμός αυτής της τόσο ιστορικής και εμβληματικής δημοκρατίας, θα είχε αποφευχθεί αν η ίδια δεν είχε εγκαταλείψει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Ο νέος πρωθυπουργός, Ρισί Σούνακ, καλείται να δώσει τη μάχη της συγκυρίας, γνωρίζοντας πολύ καλά πως ούτε περίοδος χάριτος θα υπάρξει, ούτε καιρός για αδράνεια και αναποφασιστικότητα. Με την επίτευξη της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας να αποτελεί σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες, μένει να φανεί αν ο 42χρονος πολιτικός έχει διδαχθεί από τα λάθη των προκατόχων του. Η εμπειρία του Brexit και τα όσα ακολούθησαν, με αποκορύφωμα την παραίτηση Τρας έπειτα από μόλις 45 μέρες στον πρωθυπουργικό θώκο, συνιστούν ένα πολύ ακριβό φροντιστήριο ένθεν κακείθεν, που επισημαίνει πως ο λαϊκισμός δεν μπορεί να σε πάει μακριά. Πως στο ασταθές και επισφαλές πολιτικό περιβάλλον του σήμερα, όσο ισχυρή και αν είναι μία χώρα, αν προκαλέσει ανησυχία και αναταραχές στο διεθνές χρηματοπιστωτικό περιβάλλον, τότε τα πολιτικά αποτελέσματα θα είναι δραματικά. Όχι ύστερα από μήνες, αλλά μέσα σε ένα 24ωρο.
* Ο Δημήτρης Τζανιδάκης είναι Σύμβουλος Πολιτικής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Η Ρωσία στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου