Πόσες γυναίκες μπορούν να χωρέσουν στο στομάχι ενός εκατόχρονου ψαριού και πόσες γιαγιάδες να στριμωχτούν στο μπαλκόνι ενός νησιού; Μια λέξη με δέκα γράμματα που πνιγεί τις θηλυκότητες που της αφαιρούν τους φθόγγους. Μικρά φασόλια που χοροπηδούν στις κοιλιές μας κι άλλα που μας πατούν στον λαιμό. Γυναικοκτονίες, βίες, πατριαρχίες μέχρι και κακές θείες πήραν το σώμα συλλαβών κι αυτές με τη σειρά βρήκαν το καταφύγιο τους στα παλλόμενα κορμιά μιας νέας γενιάς ηθοποιών και γραφιάδων που θέτουν τις δικές τους απαντήσεις στο αίνιγμα του θεάτρου.
Netflix επί σκηνής για 140 περίπου λεπτά. Η κυκλική κατασκευή στη σκηνή του θεάτρου Λευτέρης Βογιατζής μετατράπηκε στο πηγάδι από το οποίο ο Μιχάλης Βιρβιδάκης εξόρυξε τις παθογένειες της δίκης του επαρχίας. Με λόγο πεζό και ιστορίες αναμενόμενες – και ίσως ξεπερασμένες- που μπλέκονταν με ποιητικά ξεσπάσματα- όπως ο μονόλογος της πόρνης- το ελληνικό περιθώριο βρήκε τη δική του θέση στο πλαίσιο ενός μοτίβου που τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται ως κακόγουστη τάση. Κι εμείς γεννηθήκαμε στην επαρχία αλλά δεν κάναμε έτσι.
Οι περασμένες δεκαετίες και τα στερεότυπα που τις συνοδεύουν συμπυκνώνονται σε μια πανδημία του 2021 μέσα από τη ματιά του Βασίλη Δούβλη. Μια ταινία περί του ρατσισμού και της προβληματικής συμπεριφοράς της νεολαίας- με κάποιες νύξεις για τα τρωτά σημεία της ανατροφής τους που παραμένουν όμως ημιτελείς και ως εκ τούτου άσκοπες- που χάνει όμως πάσα επαφή με την πραγματικότητα του να είσαι νέος σήμερα. Η Κλέλια Ανδριολάτου χάνεται σε σκηνές στην άμμο και ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου μετράει τώρα πια τις αποστάσεις ανάμεσα στους ανθρώπους και κάπως έτσι οι πρωταγωνιστές ξεχνούν τον ουρανό.
Μια θεία σε μεταλλικό κουτί και ο Ζορζ που κάνει στο κενό μια πατητή. Πως επικοινωνούν δυο ξένοι πριν γίνουν γνωστοί; Πως σμίγουν δυο άνθρωποι παραγνωρισμένοι από αυτούς που αγαπούν; Ποιος νικάει στη διαδρομή: η καρδιά ή το Google maps; Στο τέλος θα πάρεις τα κλειδιά μα η απάντηση σου μοιάζει και πάλι να στέκει κάπου μακριά. Εδώ έχει πολύ ήλιο και πιο πέρα είναι λίγο επικίνδυνα. Η Έλενα και ο Αντώνης (ανα)γνωρίζονται σε μια σχεδόν αυτοσχεδιαστική, γλυκόπικρη αφήγηση που στον πυρήνα της παραμένει άκρως μαγνητική. Ο μαγνητισμός αυτός την έστεψε και μεγάλη βασίλισσα των βραβείων Ίρις που απονεμήθηκαν αυτήν την εβδομάδα.
Η Λένα Κιτσοπούλου μας μιλά για μια γέννα σε δύσκολες στιγμές. Σαν άλλο πολυμηχάνημα κουζίνας, η σεναριογράφος-σκηνοθέτης- ηθοποιός-καλλιτέχνιδα αναμειγνύει στα σωθικά της την ιστορία του Φρανκενστάιν, τους κοινωνιολογικούς προβληματισμούς της και την αγάπη της για τις σαπουνόπερες. Για όσους δεν προλάβατε το οπτικοακουστικό της παραλήρημα, έχει κιόλας προνοήσει στριμώχνοντας τον χαμένο της παράδεισο στα κενά φύλλα ενός ημερολογίου.
Μια άλλη YENNA δοξάζουμε για χάρη της προσφάτως χρισμένης cult pop ιέρειας που ακούει στο όνομα Μαρίνα Σάττι. Στίχοι που μας παραπέμπουν σε ύμνους μιας άλλης δεκαετίας και μουσικές που ξεπηδούν από κάθε γωνιά της χώρας μας εγγράφονται στα κύτταρα των 11 νεογνών της. Από το νανούρισμα της στο πειραγμένο τσιφτετέλι, ο πρώτος της αυτός δίσκος αποτελεί την επιτομή της ποπ λαϊκής μουσικής που τόσο φαίνεται να θαυμάζει.
Όταν φταίνε πάντα οι άλλοι ή σκέψεις σχετικά με την ενδοσκόπηση