Δύο καουμπόικες μπότες ξεπροβάλλουν στη σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Αυτές συμπληρώνουν ένα φαρδύ τζιν με γυρισμένα μπατζάκια, ένα λευκό πουκάμισο το οποίο σφίγγουν δύο πανέμορφα μανικετόκουμπα, ένα τύπου ανδρικό navy σακάκι και ένα ζευγάρι γυαλιών οράσεως ταρταρούγα. Είναι η Fran Lebowitz, η εμβληματική Νεοϋορκέζα αρθρογράφος και δημόσια ομιλήτρια που τις τελευταίες δεκαετίες έχει στεφθεί pop icon από τις νεότερες γενιές. Συχνά τις προσάπτουν πολλαπλούς τίτλους, όπως αυτόν της υπερμάχου του γάμου ομοφυλόφιλων (queer) ζευγαριών, με την ίδια να τους απορρίπτει. Φέρει πολλές ιδιότητες και συγχρόνως καμιά. Δηλώνει τεμπέλα, καθώς όπως ισχυρίζεται η σκέψη δεν είναι μία διαδικασία που απαιτεί τρομερή καταβολή προσπάθειας. Προσπάθεια απαιτούν τα ταξίδια και η πολιτική- θέματα με τα οποία και αρχίζει την απολαυστική συζήτησή της με τη διευθύντρια της Στέγης, Αφροδίτη Παναγιωτάκου.
«Η Ακρόπολη θα μπορούσε να γίνει ένα πάρα πολύ ωραίο διαμέρισμα. Το ξέρετε;». Ξεδιπλώνοντας, με την πάντα σκωπτική της διάθεση, τις γνώσεις της στα μεσιτικά η Fran θα περιδιαβεί σε τομείς που η ίδια δεν κατέχει αλλά ως φαίνεται θα μπορούσε να ηγηθεί αυτών απείρως καλύτερα από τους νυν «ηγέτες» τους. Πρώτο θύμα της θα αποτελέσει η σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών. «Ο Trump δεν είναι καν τόσο προικισμένος ώστε να εργαστεί ως θυρωρός. Δεν μπορώ να καταλάβω πως τον εκλέξαμε πρόεδρο». Η αδυναμία της να κατανοήσει τη συνθήκη αυτή την οδήγησε στην παρακολούθηση ριάλιτι εκπομπών, οι οποίες όπως εμφατικά επισημαίνει και η ίδια «ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα». Μια πραγματικότητα που έχει σήμερα διαμορφωθεί από συγκινησιακά και όχι αμιγώς πολιτικά ζητήματα, καθώς τα πρώτα ελκύουν περισσότερους ψηφοφόρους. Μια πραγματικότητα στα πλαίσια της οποίας ποτέ δεν θα μπορούσαν να κυβερνήσουν οι γυναίκες εφόσον υπάρχουν ακόμα οι άντρες. Μια πραγματικότητα που βρίσκεται στα χέρια του Joe Biden, ενός ανθρώπου που είναι «υπερβολικά μεγάλος για να είναι πρόεδρος- όταν κάποιος μπορεί να σε αντικαταστήσει, τότε θα ήταν καλύτερο να αποσυρθείς». Μια πραγματικότητα που τις τελευταίες εβδομάδες έχει μετατραπεί σε έρμαιο του πολέμου, ενός επονείδιστου φαινομένου που θα έπρεπε να νιώθουμε ενοχές να το παρακολουθούμε. Επί αυτού θα τονίσει πως η Αμερικανική κυβέρνηση χρησιμοποιεί τους φόρους όχι για δωρεάν εκπαίδευση αλλά για τον στρατό τον οποίο την προκειμένη στιγμή δεν αξιοποιεί για να σώσει την Ουκρανία. «Αν είχα ένα όπλο και τον Πούτιν απέναντί μου θα τον σκότωνα. Αλλά ούτε όπλο έχω ούτε και τον Πούτιν μπροστά μου».
Η ίδια ψηφίζει πολιτικούς που γνωρίζει εξ αρχής ότι είναι σχεδόν απίθανο να εκλεγούν ώστε να έχει το δικαίωμα να παραπονιέται. Αυτό το δικαίωμα, κατά τα λεγόμενά της, στερούνται όσοι έχουν υποστηρίξει την εκάστοτε κυβέρνηση και όσοι δεν συμμετέχουν στις εκλογές. «Δεν χρειάζεται να σου αρέσει ο πρόεδρος. Δεν πρόκειται να τον γνωρίσεις. Μόνο οι φίλοι σου πρέπει να σου αρέσουν». Φυσικά και θα ήθελε να περάσει και εκείνη από το λευκό οίκο ως πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Ίσως είναι η ίδια αυτή η ηγετική της φύση που έλκει τους νέους, οι οποίοι διαρκώς στρέφονται στην Lebowitz ζητώντας συμβουλές. Την τρομάζει η οργανωτικότητα που διακρίνει τη σημερινή νεολαία καθώς επίσης και η επιθυμία- απαίτηση- αυτής να την προσέχουν λες και όλοι ενδιαφέρονται για τα προβλήματά της. «Δεν είμαι ο γονιός σου. Γιατί να πιστεύεις ότι με ενδιαφέρεις;…Εμείς δεν αρέσαμε και τόσο στους δικούς μας γονείς. Τους φοβόμασταν. Όχι σωματικά, αλλά και πάλι τους φοβόμασταν. Αν κάναμε κάτι κακό στο σχολείο ακολουθούσε τιμωρία στο σπίτι. Σήμερα αν κάποιο παιδί κάνει κάτι κακό στο σχολείο οι γονείς του τιμωρούν το σχολείο».
«Η μόνη καλή τύχη που χρειάζεσαι είναι η γέννησή σου. Η τύχη είναι άδικη. Γι’ αυτό και δεν πιστεύω στην έννοια ενός θεϊκά καθορισμένου πεπρωμένου. Οι άνθρωποι είμαστε οι σκέψεις μας και οι πράξεις μας. Αν πίστευα στον Θεό, σίγουρα δεν θα πίστευα σ’ έναν τόσο άδικο Θεό».
Έχοντας ζήσει την έξαρση την νόσου του AIDS στη Νέα Υόρκη καθώς και τον σχηματισμό των ΛΟΑΤΚΙ+ κοινοτήτων και των ακτιβιστικών οργανώσεων υπέρ αυτών, δηλώνει χαρούμενη που τα queer άτομα- στις περισσότερες χώρες του κόσμου- μπορούν να ζουν με σχετική ασφάλεια δίπλα σε ετεροκανονικούς πολίτες. Σίγουρα δεν συμφωνεί με την ιδέα του gay γάμου. «Δύο προνόμια είχαμε και εμείς ως gay. Δεν χρειαζόταν να παντρευτούμε και να πάμε στον στρατό. Αν μου ζητούσαν να ψηφίσω για τα ζητήματα αυτά σαφώς και θα ψήφιζα υπέρ αυτών, γιατί γνωρίζω ότι πολύς κόσμος έχει ανάγκη να κατοχυρωθούν. Όμως, κάποτε είχε περισσότερη πλάκα να είσαι gay. Άσε που δεν μπορείς καν να πεις τη λέξη gay τώρα πια».
«Οι άνθρωποι θεωρούν τον σαρκασμό κάτι κακό είτε γιατί οι ίδιοι δεν μπορούν να τον εκφράσουν, είτε γατί πιστεύουν ότι στοχεύει προς αυτούς. Γι’ αυτό και φοβόμουν πάντα την αστυνομία. Δεν χρειάζεται να με σκοτώσουν, είμαι αστεία έτσι. Όποτε πλησιάζουν μπάτσοι η Φραν τρέχει, συνηθίζουν να λένε οι φίλοι μου (when cops come Fran runs)». Υπάρχουν ανήθικες και απλά ενοχλητικές συμπεριφορές, διατείνεται η ίδια. Κάποιοι άνθρωποι είναι απλά προσβλητικοί. Μην τους ακούτε λοιπόν! Το να κρίνουμε όμως τους κωμικούς ως αηδιαστικούς θα οδηγήσει στο κάψιμο των βιβλίων δια της πυράς- και την ξέρουμε πολύ καλά αυτή την πορεία. «Η τέχνη δεν πρέπει να είναι διασκεδαστική. Η τέχνη πρέπει να είναι άχρηστη. Οι αρχιτέκτονες δεν είναι καλλιτέχνες…Το χειρότερο για έναν καλό καλλιτέχνη είναι να βλέπει τους λιγότερο καλούς να επαινούνται, όπως επίσης και το να τους λέει η πολιτεία τι πρέπει να κάνουν».
Αυτή, λοιπόν, είναι η Fran Lebowitz. Μια γυναίκα 71 ετών που δεν διστάζει να εκτελέσει με τις κριτικές της οτιδήποτε περπατάει-κυρίως τους Έλληνες πεζούς- και πετάει- ως επί το πλείστον τις αεροπορικές εταιρείες. Αδίστακτη, κυνική, μη πολιτικά ορθή, φύσει δηκτική, ωμή, αληθινή. «Κάποιος δεν μπορεί να ξέρει αν είναι ηλίθιος. Έτσι εσύ ξέρεις ότι είναι. Αντίο σας!»
Όταν φταίνε πάντα οι άλλοι ή σκέψεις σχετικά με την ενδοσκόπηση